- επταγραμματος
- ἑπταγράμματοςἑπτᾰ-γράμματος2семибуквенный Anth.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
επταγράμματος — ἑπταγράμματος, ον (Α) 1. αυτός που αποτελείται από επτά στοιχεία τού αλφαβήτου («ἑπταγράμματον ὄνομα», πάπ.) 2. εκείνος που δηλώνει σκληρότητα, οργή (επτά γράμματα στις λέξεις ὀργίλον, σκληρόν) ή τον Σάραπιν … Dictionary of Greek
ἑπταγράμματον — ἑπταγράμματος of seven letters masc/fem acc sg ἑπταγράμματος of seven letters neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπταγραμμάτου — ἑπταγράμματος of seven letters masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
SARAPIS — I. SARAPIS Insul. in sinu Indico, Steph. II. SARAPIS ut Graeci fere vocant, sive Serapis, ut Latini saepius dicunt, Θεὸς ἑπταγράμματος Deus cum nomine septem literarum, in veter. Epigramm. et apud Hesychium; quemadmodum et Apis, praecipuô honore… … Hofmann J. Lexicon universale
επτά — και εφτά (AM ἑπτά) (απόλ. αριθμ.) 1. ο αριθμός που αποτελείται από έξι συν μία μονάδες, ο μεταξύ τού έξι και τού οκτώ 2. χρησιμοποιείται για να δηλώσει απροσδιόριστο πλήθος, αμέτρητες φορές (α. «στό είπα εφτά φορές» β. «ὁ γὰρ ἑπτά ἀριθμός παρὰ τῇ … Dictionary of Greek